Υπάρχουν δύο κυρίαρχες απόψεις για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Ελλάδας, που κονταροχτυπιούνται ανειρήνευτα:
Μία που θέλει την Ελλάδα «ψωροκώσταινα» χωρίς πόρους και ίδιες δυνατότητες ανάπτυξης, με μόνο πρωτογενή δράση, γεωργική και εξορυκτική (μόνο για εξαγωγή), εμπόριο και υπηρεσίες.
Είναι η άποψη που ευνοεί το μοντέλο «όλοι οι Έλληνες πωλητές–πλασιέ και αντιπρόσωποι εισαγόμενων βιομηχανικών προϊόντων», με δύο μόνο άλλους κλάδους δραστηριότητας –ναυτιλία και τουρισμό.
Άποψη που εκπροσωπεί συμφέροντα, οικονομικούς κύκλους, διασυνδέσεις, και δεν πρόκειται βέβαια να παραιτηθεί εύκολα υπέρ της άλλης.
Ποια είναι η άλλη άποψη;
Είναι αυτή που υποστηρίζει και ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός: Ότι καθόλου «ψωροκώσταινα» δεν είναι η Ελλάδα!
Μπορεί να μην είναι μεγάλη χώρα, αλλά –πλην του κλίματος που ευνοεί ποιοτική και διαφοροποιημένη αγροτική παραγωγή– είναι πλούσια σε ορυκτά και υπέδαφος, αλλά και σε εφευρετικούς εργαζόμενους, τεχνικούς, «μάστορες» και τεχνίτες, που, με τη δημιουργία και ανάπτυξη επιλεγμένων Βιομηχανικών Κλάδων και Μονάδων, θα έφερναν θέσεις εργασίας, τεχνογνωσία και πλούτο…..
Στην ιδέα αυτή πρωτοστάτησε παλιά η Αριστερά, με την εμμονή της στη δημιουργία Βαριάς Βιομηχανίας στην Ελλάδα –όπως περιγράφεται αναλυτικά στο περίφημο σύγγραμμα «Η Βαριά Βιομηχανία στην Ελλάδα» (1947) του εκτελεσμένου από την μετεμφυλιακή Κυβέρνηση το 1952 (μαζί με τον Μπελογιάννη), αστού επιστήμονα (γιος στρατιωτικού), αλλά ταξικού αποστάτη κομμουνιστή Δημήτρη Μπάτση, ιδέες του οποίου είχε ήδη χρησιμοποιήσει και ο Νίκος Ζαχαριάδης σε δικά του κείμενα.
Άσχετα με την «σοβιετικού τύπου» υπερβιομηχανοποίηση που πρότεινε το βιβλίο εκείνο –που συνολικό σαν αυτό δεν έχει ξαναγραφεί από τότε…– υπήρχαν εκεί επιλεκτικά ενδιαφέρουσες ιδέες, αξιοποιήσιμες μέχρι και σήμερα.
Μεγάλες μονάδες δημιουργήθηκαν την περίοδο 1955–1975 κάποιες δε (πετρέλαια κλπ) ενισχύθηκαν επί Επταετίας, για να εγκαταλειφθούν σταδιακά μετά, κάτω από τη γενική «αποχουντοποίηση» και αριστερή στροφή, όταν η επιχειρηματικότητα υπέστη μεγάλη ιδεολογική επίθεση.
Εν τούτοις, και μετά το 1980 ενδιαφέρουσες μελέτες ανέδειξαν την πολλαπλασιαστική σημασία βασικών μονάδων Βαριάς Βιομηχανίας στην Ελλάδα, σε επιλεγμένους κλάδους με συγκριτικά πλεονεκτήματα (Βερναρδάκη «Η Ελλάδα και ο Πέμπτος Κύκλος Contratieff» για τους κλάδους–ατμομηχανές της Ελληνικής Οικονομίας, η εργασία της Δεληβάνη, τ.Πρυτάνεως της ΑΒΣΠ «Το μέλλον της Ευρώπης είναι οι «καθυστερημένες» της περιοχές», και άλλα αντίστοιχα συγγράμματα, όπου βασίστηκαν οι αρχικές πολιτικές ανάπτυξης του πατριωτικού ΠΑΣΟΚ (1981–1985), με τις «6 Κλαδικές Πολιτικές» του δίδυμου Γεράσιμου Αρσένη/Μαρίνου Κουρή στο ΥΠΕΘΟ, που δυστυχώς εγκαταλείφθηκαν με τη δεξιά στροφή Σημίτη –ίσως και λόγω της σχέσης του με εξωτερικά και ιδίως γερμανικά συμφέροντα…
Σήμερα, ο «σοβιετικού χαρακτήρα» Κρατικός σοσιαλισμός κατέρρευσε…
…ακολουθημένος στην κατάρρευση κι από τον διαλυμένο διεθνώς άκρατο νεοφιλελευθερισμό, και είναι καιρός να αναδειχτούν σαν μόνη λύση –ιδίως για χώρες σαν τη δική μας– μοντέλα της «μεικτής οικονομίας» και συνεργασίας ενός εκσυγχρονισμένου, επιτελικού Δημοσίου με έναν αναπτυξιακό και νομοταγή Ιδιωτικό Τομέα που δε βλέπει μόνο τα κέρδη του, αλλά και την Εταιρική και Κοινωνική του ευθύνη.
Στα σχήματα της «μεικτής οικονομίας» που εφαρμόζονται σήμερα σε πολλές περιοχές του κόσμου (από τις κομμουνιστικές Κίνα, Βιετνάμ, Κούβα, ως «σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς» (!!!), μέχρι τα σοσιαλδημοκρατικά πειράματα στις Σκανδιναβικές χώρες), κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζουν μεγάλες στρατηγικές μονάδες που τελούν υπό Κρατικό Έλεγχο, λειτουργώντας όμως παραγωγικά και αποδοτικά, με κερδοφορία επιπέδου ιδιωτικού τομέα, και χωρίς δημοσιοϋπαλληλική χαλαρότητα.
Στην κατεύθυνση αυτή μπορεί να βοηθούν τα ήδη νομοθετημένα στη χώρα μας Σχήματα Συνεργασίας/Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), η Ιδιωτική συμμετοχή μειοψηφίας με ανάληψη του Management (MinorityManagement) κ.α.
Τέτοιες μονάδες υπάρχουν ήδη στην Ελλάδα και, ξεπερνώντας παθογένειες και προβλήματα του παρελθόντος, πρέπει να αποτελέσουν πυλώνες της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας στα πλαίσια της μεικτής οικονομίας. Ας αναφερθούμε συνοπτικά σε κάποιες από αυτές.
ΛΑΡΚΟ: Η μόνη Ευρωπαϊκή Βιομηχανία σιδηρονικελίου, από τις 6 μεγαλύτερες παγκοσμίως στο κλάδο της.
Η ΛΑΡΚΟ είναι εταιρεία παραγωγής σιδηρονικελίου, με μεταλλεία σε Εύβοια, Βοιωτία, Καστοριά και Σέρβια Κοζάνης. Διαθέτει επίσης ένα μεταλλουργικό εργοστάσιο στη Λάρυμνα Φθιώτιδας, που απασχολεί την πλειονότητα των εργαζομένων της επιχείρησης.
Η εταιρεία παράγει κοκκοποιημένο σιδηρονικέλιο υψηλής καθαρότητας (από «νικελιούχο λειμωνίτη», ορυκτό χωρίς καθόλου άνθρακα), που χρησιμοποιείται αποκλειστικά στην παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα –δυστυχώς, όχι στην Ελλάδα…
Στην προσπάθεια να παραχθεί στην Ελλάδα ανοξείδωτος χάλυβας, με την περίφημη μέθοδο του καθηγητή του ΕΜΠ Μουσούλου, αντέδρασαν λυσσωδώς σε ανώτατο επίπεδο άλλες Ευρωπαϊκές μονάδες ανοξείδωτου χάλυβα (BRITISH STEEL κλπ).
Ας σημειωθεί ότι τα μεταλλεύματα της ΛΑΡΚΟ περιέχουν νικέλιο σε αναλογία πολύ καλύτερη για παραγωγή σιδηρονικελίου από αυτήν που υπάρχει σε άλλα μέρη του κόσμου, άρα το κόστος παραγωγής ανοξείδωτου χάλυβα στην Ελλάδα θα ήταν πολύ μικρότερο από αλλού, γιατί παρακάμπτεται η κοστοβόρα φάση του εμπλουτισμού του ορυκτού μίγματος με νικέλιο, που πρέπει να φτάσει κοντά στο 10% –αναλογία που τα μεταλλεύματά μας έχουν ήδη.
Αντί όμως να παράγουμε ανοξείδωτο χάλυβα στην Ελλάδα, εξάγουμε ακατέργαστο σχεδόν το μετάλλευμα στο εξωτερικό, για να εισαγάγουμε στη συνέχεια προϊόντα ανοξείδωτου χάλυβα –εργαλεία, ανοξείδωτα σκεύη, ανταλλακτικά, ιατρικά είδη κλπ– επιβαρυμένα κατά 400%!
Η ΛΑΡΚΟ είναι σήμερα η μόνη Ευρωπαϊκή Εταιρία παραγωγής σιδηρονικελίου και μια από τις έξη μεγαλύτερες παγκοσμίως.
Σαν τέτοια Στρατηγική Βιομηχανία, που πρέπει να παραμείνει υπό Κρατικό έλεγχο και όχι να ξεπουληθεί σε Ιδιώτες, πρέπει να την υπερασπίσουμε (στο επόμενο το Β Μέρος).